- ὀκταπόδης
- ὀκτα-πόδης, ου, ὁ,A eight feet long, Hes.Op.425.II eight-footed,
καρκίνος Nic.Th.605
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
καρκίνος Nic.Th.605
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
οκταπόδης — ὀκταπόδης, ου, ὁ (Α) 1. αυτός που έχει μήκος ίσο με οκτώ πόδια 2. αυτός που έχει οκτώ πόδια («ὀκταπόδης καρκίνος», Νικ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα (βλ. λ. οκτώ) + πόδης (< πούς, ποδός), πρβλ. επτα πόδης] … Dictionary of Greek
ὀκταπόδην — ὀκταπόδης eight feet long masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀκταπόδῃ — ὀκταπόδης eight feet long masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οκτώ — και οχτώ, οι, τα (ΑΜ ὀκτώ, Α και βοιωτ. τ. ὀκτό και ηρακλεωτικός τ. hοκτώ και ηλειακός τ. ὀπτώ, οἱ, αἱ, τὰ) άκλ. απόλυτο αριθμητικό το οποίο εκφράζει την έννοια τής ποσότητας η οποία είναι κατά μία λιγότερη τών εννέα και κατά μία περισσότερη τών… … Dictionary of Greek